Παρασκευή

Επι τη ευκαιρια της κομμουνιστικης παρωδιας του υπεργηρου και αμετανοητου εαμιτη Θοδωρακη στην " γιορτη αγαπης" ΚΚΕ και Σια στην Μακρονησο κρινουμε σκοπιμο να παραθεσουμε την πραγματικη ιστορια ...

Στήν καθημερινή δημοσιογραφία , οι «ιστορικοί και εκπαιδευτικοί» των ΜΜΕ δεν χάνουν την ευκαιρία να μας «διδάξουν» την νέα ιστορική αλήθεια. Αυτή που εξυπηρετεί την αριστερά. Ετσι ανά τακτά χρονικά διαστήματα ανασύρουν και επαναφέρουν στο προσκήνιο γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας μας αλλά με τον παραμορφωτικό φακό της κομμουνιστικής θεωρήσεως. Ενα τέτοιο θέμα είναι και η Μακρόνησος.

Η προσσέγγισις είναι πάντοτε τριαδική. Κατ αρχήν συναισθηματική, για τα «θύματα», τα «βασανιστήρια», την τραγωδία των «φυλακισμένων». Εν συνεχεία η δογματική, η μονομερής και σταλινικής αποδοχής εκδοχή. Ο,τι δηλαδή όλοι οι Έλληνες μηδενός εξαιρουμένου έχουν σχηματίσει μία και μόνον γνώμη. Δέν επιτρέπεται να διατυπώνεται, να υπάρχη, να σκέπτεται κανείς κάποια άλλη άποψι. Παρά μόνον αυτή της αριστεράς. Οτι όλοι δηλαδή καλά και σώνει πρέπει με αποτροπιασμό και βδεγλυμία να αναφέρονται στην Μακρόνησο και να καταδικάζουν την λειτουργία της. Αυτή είναι η μία και μοναδική , η κρατούσα άποψις. Τέλος, ότι είναι Εθνικό χρέος όλων, όποτε τα ΜΜΕ εν συνεργασία με « τους φίλους της Δημοκρατίας» θεωρούν αναγκαίο να ετοιμάζουν εορτές «αγάπης» και για να μας διδάσκουν την νεωτέρα ιστορία της Ελλάδος υπο το ερυθρό φως με πορτατίφ το σφυροδρέπανο, να συμμετέχουμε μετά των νηπίων μας ώστε ουδείς να χάση την παράστασι και την διδαχή. Βέβαια περισσότερο εξ όλων οι πολιτικοί των φιλελευθέρων κομμάτων κόπτονται και συναγωνίζονται να βρεθούν σε τέτοιες εκδηλώσεις μήπως τυχόν το απάυγασμα της Δημοκρατίας, δηλαδή το ΚΚΕ και τα φερέφωνα τους στα ΜΕΜ κάποτε επαινέσουν τους άνδρας δια την δημοκρατικότητα των.

Ομως τι ήταν η Μακρόνησος. Ειλικρινώς αμφιβάλλω αν οι σημερινοί νέοι γνωρίζουν τι, πλην των στρατευμένων στην ευρύτερη Κομμουνιστική νεολαία, που βεβαίως δασκαλεμένοι και δογματικοί ασπάζονται τα κομμουνιστικά ευαγγέλια.

Αντιγράφουμε λοιπόν κατ’ αρχήν την άποψι του Αλεξάνδρου Ζαούση, από το βιβλίο του «Τραγική Αναμέτρηση. Ο Μύθος και η Αλήθεια» τόμος Β, Εκδόσεις Ωκεανίδα. σελίς 16,17

« ..Ουσιαστικά το στρατόπεδο της Μακρονήσου ιδρύθηκε στις αρχές του 1947, ύστερα απο εισήγηση του τότε αρχηγού του Επιτελείου, στρατηγού Βεντήρη. Αλλά η ύπαρξη του έγινε περισσότερο γνωστή το 1948, πιθανώς διότι τότε διογκώθηκε ο αριθμός των κρατουμένων και άρχισαν να διαρρεουν οι πληροφορίες για κακοποιήσεις κρατουμένων . Υπάρχει μια εκδοχή, οτι η ίδρυση του σρατοπέδου ξεκίνησε από ένα περίεργο φαινόμενο.Οτι δηλαδή δημιουργήθησαν έντονα παράπονα απο στρατευσίμους , διότι μέχρι το καλοκαίρι του 1946 γίνοταν ένα είδος εκλεκτικής στρατεύσεως . Εκαλούντο προς κατάταξι κυρίως Εθνικόφρονες κληρωτοί και οχι αριστεροί. Οπότε οι Εθνικοφρόνες άρχισαν να διαμαρτύρονται , διότι με τον τρόπο αυτό οι κομμουνιστές και οι αριστεροί παρέμεναν στις πόλεις και τα χωριά αστράτευτοι. Και τελικά οι μεν εθνικόφρονες ντύνονταν στο χακί και άφηναν πίσω τους οικογένειες και δουλειά, ενώ οι αριστεροί γλίτωναν την στράτευση και απολάμβαναν τα αγαθά της ζωής του πολίτη , με την εξαίρεσι φυσικά των αριστερών, οι οποίοι είχαν συλληφθεί ή εξορισθεί.. Κοντά στα παράπονα αυτα των εθνικοφρόνων υφίστατο και η ανησυχία ότι πολλοί απο τους αστράτευτους κομμουνιστές βοηθούσαν τις παράνομες δραστηριότητες του κόμματος τους στις πόλεις και τα χωριά.

Σύμφωνα πάντοτε με τη εκδοχή αυτή , το φαινόμενο της εκλεκτικής στρατεύσεως , μόνο των εθνικοφρόνων οδήγησε απο το φθινόπωρο του 1946 σε τροποποίησι του τρόπου στρατολογίας η οποία έγινε πλέον καθολική για όλους τους πολίτας. Οπότε αναπόφευκτα προέκυψε η ανάγκη διαχωρισμού των εριφίων απο τα πρόβατα . Και ως λύση προκρίθηκε το 1947 η ίδρυση του στρατοπέδου Μακρονήσου....

Απο τους ανανήψαντες σχηματίσθηκαν μονάδες Μακρονησιωτών , όπως το 596o τάγμα πεζικού, το οποίο προς μεγάλη οδύνη των ανταρτών πολέμησε γενναιότατα στην Πελοπόννησο και το Γράμμο το 1948...» Και συνεχίζει ο Αλέξανδρος Ζαούσης.

«..Σήμερα χάρις στη συστηματική ‘’διαφώτιση’’ των Ελλήνων απο την αριστερή σκοπιά , η άποψη περί κολαστηρίου εχει ριζώσει. Τόσο ώστε ακόμα και σοβαροί συγγραφείς να γράψουν ότι ‘’το αναμορφωτήριο Μακρονησου υπήρξε στρατόπεδο βασανισμών που υπερέβησαν το προηγούμενο των ανακριτικών υπηρεσιών των Γερμανών κατα την κατοχή’’ Η σύγκριση αυτή είναι μάλλον ατυχής Και θα μπορούσε κανείς ν’ αρχίση ν’ απαριθμεί ατελείιωτες ιστορίες βασανισμού ατόμων που βρέθησαν στα χέρια οργανώσεων του ΚΚΕ απο τον καιρό της κατοχής, των Δεκεμβριανών... Η να μιλήσει κανείς γι’ αυτά που συνέβησαν στο στρατόπεδο του Μπούλκες , απο κομμουνιστές εις βάρος παλιών ελασιτών...

Από τούς ξένους συγγραφείς , ίσως η πιο ψύχραιμη εκτίμησι για το στρατόπεδο της Μακρονήσου βρίσκεται στο βιβλίο του Γουντχάουζ[1]. Ο οποίος κρίνει κυρίως την επιτυχία ή μη του ‘’πειράματος αναδιαπαιδαγωγήσεως’’ των αριστερών. Και παρ’ όλο που σημειώνει τον σημαντικό αριθμό αυτών οι οποίοι ανένηψαν και σχημάτισαν τα μάχιμα τάγματα των Μακρονησιωτών, διαπιστώνει ότι η διαπαιδαγώγιση δεν πέτυχε...Πέτυχε ωστόσο το πείραμα από την πλευρά της αποτροπής ενδεχομένων ανατρεπτικών ενεργειών , αν οι ύποπτοι είχαν παραμείνει ελεύθεροι. »

Ενώ ο Θ.Φ.Παπακωνσταντίνου στο αξιολογώτατο πόνημα του «Η Ανατομία της Επαναστάσεως» (σελίς 230-231) σπουδαιολογεί την δημιουργία της Μακρονήσου ως τον τρίτον κατα σειράν λόγον της νίκης του Ελληνικού Στρατού κατά των ανταρτών. Γράφει ο Θ. Φ.Παπακωνσταντίνου.

« Το τρίτον βασικόν γεγονός που εξησφάλισε την νίκην είναι οι θεμελιώδεις αλλά σταδιακοί πρόοδοι , αι σημειωθείσαι εις τον τομέα της καθαρώς στρατιωτικής αντιμετωπίσεως της επαναστάσεως, ο οποίος ήτο ταυτοχρόνως ο δυσχρέστερος και ο αποφασιστικώτερος. Εδώ έγινε πραγματική κοσμογονία. Διότι δια πρώτην φοράν εις την ιστορίαν ένας τακτικός στρατός κατώρθωσε να αντιμετωπίση επιτυχώς ένα νέον είδος πολέμου, τον ανταρτοπόλεμο, δια τον οποίον ούτε προωρίζετο ούτε ήτο παρασκευασμένος και έναντι του οποίου παρουσίαζε απειρίαν μειονεκτηματων. .

Εθεσπίσθη πρώτον η εθνική διύλισις του στρατεύματος Το σύστημα της εκλεκτικής στρατεύσεως εγκατελείφθη. Ολοι οι υπέχοντες στρατιωτικήν υποχρέωσιν διετηρούντο υπο τα όπλα, εφ’ όσον ήσαν υγιείς. Δεν ενετάσσοντο όμως όλοι εις μαχίμους μονάδας, αλλα μόνον οι κατα τας πληροφορίας των αρμοδίων αρχών , εθνικώς αδιάβλητοι.Οι άλλοι εστέλλοντο εις το στρατόπεδον της Μακρονήσου. Ετσι συνετελέσθη μια πρόοδος. Αλλά δεν ητο πλήρης. Διότι οι συγκεντρωθένετες κομμουνιστές εντός ολιγου χρόνου κατώρθωσαν να επιβληθούν εφ’ ολοκλήρου της μάζης των στρατευμένων και να μεταβάλλουν την Μακρόνησον εις ενα απέραντον Σοβιέτ, επι του οποίου ουδένα έλεγχον ηδύνατο να ασκήση η αρχικώς ολιγάριθμος φρουρά..Εξέδιδαν ιδικήν των εφημερίδα, την ΄΄Αλμύρα΄΄ , ωργάνωναν διαλεξεις και εορτάς, είχαν ιδικήν των πειθαρχίαν ανεξάρτητον της τυπικής ιεραρχίας και καθοδηγούντο απο διαφόρους επιτροπάς. Δια να παραλύση η κομμουνιστική επιβολή και να εξουθενωθούν ηθικώς οι φορείς της , το κράτος ηναγκάσθη να προσφύγη εις σκληράς μεθόδους πειθαρχήσεως αι οποιαι πολλάκις εξομοιώθησαν ηθικώς προς τα κομμουνιστικάς μεθόδους. Το αποτέλεσμα πάντως υπήρξε τετραπλούν.Οι κομμουνισταί έπαυσαν ν’ απολαμβάνουν των αγαθών και της ασφαλείας των πολιτών καθ’ όν χρόνον οι εθνικόφρονες εμάχοντο.. Η επιλογή των ανδρών των μαχίμων μονάδων εγίνετο με μεγάλη προσοχήν και αυστηρότητα , ωστε να μην διεισδύουν εις αυτάς κομμουνισταί.Η Μακρόνησος έπαυσε να είναι τόπος αναψυχής και ινστιτούτο κομμουνιστικής αγωγής. Και απο το στρατόπεδο αυτό εξήλθαν λόχοι και τάγματα ‘’ αναμορφωμένων’’ που επολέμησαν με ηρωισμόν κατά του συμμοριτισμού.»

Ας δούμε όμως πώς την εποχή εκείνη, αψευδείς μάρτυρες είδαν την Μακρόνησο.

Αντιγράφουμε την άποψι του Χ. Τσιγαντες[2] ( αδελφού του Ιωάννη Τσιγάντες[3] ) βενιζελικού αξιωματικού του οποίου οι δημοκρατικές πεποιθήσεις – υπο την έννοιαν των πολεμίων της Βασιλείας και οπαδών του Βενιζελισμού- δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, παρ’ ουδενός.





[1] Στο βιβλιο του ‘’ Ο Αγωνα για την Ελλαδα 1941-1949’’ ο C.M.Woodhouse, συνταγματαρχης, αρχηγός της συμμαχικης στρατιωτικης αποστολης στην Ελλαδα, σελις 215-216, εκδοσεις Ivan R Dee, Chicago γραφει: Μια λυσι που επεκριθη ιδιαιτερα , τελικως επεννοηθη το 1948 απο τον Γεώργιο Στρατο, υπουργο Εθνικης Αμυνης , που οργανωσε ειδικα στρατοπεδα στα νησια Μακρονησος και Λερος....Ειναι γεγονος ότι απο τους περιπου τριάντα χιλιαδες νεους Ελληνες που περασαν απο το στρατοπεδο της Μακρονησου περίπου το τριάντα τοις εκατο τελικα απεκύρηξε τον κομμουνισμο.Τρια ταγματα στρατιωτών σχηματισθησαν απο τα στρατοπεδα της Μακρονησου και επιστρατευθησαν στον Εθνικο Στρατο, μολονοτι υπηρξαν μερικες λιποταξιες.Περιπου το δεκα τοις εκατο παρεμειναν μετανοητοι κομμουνιστες και για το υπολοιπο εικοσι τοις εκατο εθεωρήθησαν μονιμως υποπτοι . Η επιτυχία της επιχειρησεως ως πειραμα κατηχησεως πρεπει να θεωρηθη αβεβαιο.Αλλα κρινομενο ως ενα πρακτικο μεσο για την εξουδετερωση μιας σοβαρας πηγης υπονομευσεως του καθεστωτος, Η Μακρονησος συνολικως ηταν επιτυχια..»

[2] Χριστόδουλος - Σβορώνος Τσιγάντες (1897-1970), συνταγματάρχης και διοικητής του Ιερού Λόχου. Γεννήθηκε στην Τούλτσα Ρουμανίας, σπούδασε στην Κων/πολη, φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων και στη Σχολή Πολέμου στο Παρίσι, όπου σπούδασε πολιτικές επιστήμες. Αποτάχθηκε, ως βενιζελικός, για τη συμμετοχή του στο κίνημα της 1 ης Μαρτίου 1935, αμνηστεύτηκε το 1941 και ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία από την εξόριστη κυβέρνηση Τσουδερού. Ανέλαβε διοικητής του Ιερού Λόχου στη Μέση Ανατολή. Διακρίθηκε για τις τολμηρές του στρατιωτικές ενέργειες. Πολιτεύτηκε με το κόμμα των Φιλελευθέρων χωρίς όμως να εκλεγεί βουλευτής. Ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης Ρόδου, το 1946. Πέθανε στο Παρίσι αυτοεξόριστος, το 1970 και ετάφη στο Λονδίνο. Η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα το 1977

[3] Στις 14 Ιανουαρίου 1942 σκοτώνεται στη διάρκεια συμπλοκής με Ιταλούς καραμπινιέρους ο ταγματάρχης Ιωάννης Τσιγάντες, αρχηγός της αντιστασιακής οργάνωσης Μίδας 614. Ο αδερφός του Χριστόδουλος Τσιγάντες είναι την ίδια περίοδο αρχηγός του Ιερού Λόχου, που μάχεται στο πλευρό των Συμμάχων στη Μέση Ανατολή.

Γράφει λοιπόν ο Χριστόδουλος Τσιγάντες αδελφός του ήρωος Ι, Τσιγάντες στην εφημερίδα «Ελευθερία» της 29/5/1948 με τίτλο: «Η Μακρόνησος ενα αμφισβητούμενο Θέμα» 

 «Είναι τουλάχιστον δυσσάρεστη η σκέψις οτι νέοι άνθρωποι καμωμένοι να χαίρονται την ζωή είναι κάπου περιωρισμένοι. Είναι μελαγχολική η θέα της φυλακής και όταν ακόμη ξέρης , οτι εκεί βρίσκονται κλεισμένοι κοινοί εγκληματίες. Οταν σκέπτεσαι οτι το κράτος βρίσκεται στην ανάγκη να κλείση 15000 παληκάρια στρατευμένα ‘’διότι δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη’’ , σε πιάνει λύπη αληθινή. Αναμετράς την ψυχολογική επίδρασι του κλεισίματος σε κάθε ελεύθερο άνθρωπο και σφίγγεται η καρδιά σου.Έπειτα το στρατόπεδο συγκεντρώσεως σου θυμίζει λιγο Γκεστάπο και λιγο Γκεπεού.Και η προπαγάνδα των κομμουνιστών με τα δοκιμασμένα συνθήματα της, που έχουν διατυπώσει επίτηδες για να επηρεάζουν τις ευαίσθητες ψυχές, ώστε να υπάρχουν συμπαράστάται της κατακραυγής και τίμιοι ανθρωποι, πάντοτε σου αφήνουν αμφιβολία. Με αυτές τις σκέψεις πήγαινα στη Μακρόνησο , μολονότι εγνώριζα τώρα και 32 χρόνια , τον διοικητή της συν/χη Μπαραικταρη, πολεμιστή πολιτισμένο και σεμνότατο, κάθε άλλο παρα δεσμοφύλακα.

Στη Μακρόνησο μου διαλύθηκε κάθε αμφιβολία. Είδα εκεί αξιωματικούς που τους εγνώριζα απο πριν και που έτυχε μάλιστα να τους διοικήσω. Μίλησα με εκατοντάδες στρατιώτες , με δεκάδες εαμίτες , με συνδέσμους και οδηγούς του Ιερού Λόχου και που ανήκαν στην κατοχή στο ΕΑΜ. Ακόμη και με ανθρώπους που στα νησιά του Αιγαίου το 1944 προσπάθησαν ν’ αντισταθούν στην επιβολή του κράτους.Και άλλους που παρουσιάσθησαν μόνοι τους και μου είπαν οι τότε με βρίζανε σε ‘’ πάνδημα συλλαλήτηρια’’.Και καθε αμφιβολία μου εχει διασκεδασθεί: Η Μακρόνησος οσο επιτρέπουν οι συνθήκες , είναι ένας οργανισμός χρήσιμος , καλώς διοικούμενος και αποδοτικός.
Μου έτυχε να αντιληφθώ απο κοντά την τεχνική των κομμουνιστών , στις φυλακές, στις στρατιωτικές μονάδες, σε στρατόπεδα και σε εργοστάσια.Στις φυλακές Αιγίνης απηγόρευσαν με την βία στους φυλακισμένους οπαδούς τους να μου μιλούν ιδιαιτέρως. Σε εργοστάσια της Θεσσαλονίκης κομμουνιστικές μειοψηφίες ανάγκαζαν τους άλλους εργάτες σε απεργία. Σε φυλακές διέταζαν απεργία πείνης. Σε στρατιωτική μονάδα τρομοκρατούσαν με ξύλο τους νεαρούς χωρικούς , όπου δεν είχαν μεμυημένους υπαξιωματικούς αυτοί έεκαναν τον πειθαρχικόν και κατέδιδαν ως κομμουνιστάς εκείνους που δεν ήθελαν να τους ακολουθήσουν.

Στη μέση Ανατολή ταγματάρχης κομμουνιστής καταδικασθείς κατόπιν, έβγαλε από την μονάδα , ως υπόπτους , εθνικόφρονας και το έγραψε σε γράμμα που έπεσε στα χέρια μου. Στο στρατόπεδο της Άλμας όπου είχαν συγκεντρωθεί οι στρατιώτες δύο ταγμάτων που ειχαν στασιάσει, δεν τολμούσαν να μου μιλήσουν γνωστοί μου στρατιώτες, παρ’ όλην την φρουρά, ως την στιγμή που έβγαλα απο μέσα τα μούτρα – μια «ομάδα» τρομοκρατών που έδερνε αλύπητα.

Κατηγορούμενο σε στρατοδικείο τον ηπείλησε δημόσια την ώρα της συνεδριάσεως ο ‘’καθηγητής ‘’ των κατηγορουμένων, όταν ετόλμησε να πη μια λεπτομερειακή αλήθεια , με αντίποινα εκ μέρους του κόμματος ‘’ οταν πάμε στην Ελλάδα’’
Αναφέρω αυτές τις προσωπικές διαπιστώσεις για να δείξω τον τρόπο με τον οποίο εργάζονται οι κομμουνιστικοι πυρήνες ταραχών και συνεπώς τις δυσκολίες των υπευθύνων σε κάθε περίπτωσι ομαδικής συμβιώσεως.
Εναντίον αυτής της συνεχούς συνομωσίας οι στρατιωτικοό κανονισμοί είναι ανίισχυροι.Θεωρούσα και θεωρώ άνανδρο και ανίκανο τον αξιωματικό που δέρνει σταρατιώτες.Δεν μου έτυχε στη Μακρόνησο να διαπιστώσω , στα τάγματα όπου επήγα , να πέφτη ξύλο.

Σκέπτομαι όμως και το πιστεύω , ότι όταν υπάρχη οργάνωσις τρομοκρατών και τυφλή προσήλωσις στο γράμμα και στο πνεύμα του κανονισμού , που απαγορεύει απολύτως την σωματική ποινή, είναι σαν να ζητούσες να επιβληθής σε φρενοκομείο χωρίς φύλακες και χωρίς ζουρλομανδύα. Στην εσκεμμένη τρομοκρατία δεν μπορείς να αντιπαρατάξης το ευαγγέλιο.
Είδα στην Μακρόνησο τρία τάγματα και τους εφέδρους αξιωματικούς .Δεν είδα τις φυλακές. Με προσεκάλεσαν ομως να πάω εκεί και να μείνω όσο καιρό θέλω. Σε αυτά τα τάγματα και στους εφέδρους διαπιστωσα οτι υπάρχουν τρείς κατηγορίες ανθρώπων.1ον οι κομμουνιστές 2ον οι πρώην ελασίτες και εαμίιτες – οι παρασυρμένοι στο βουνό απο πατριωτισμό ( και που τους κράτησαν στην ιδέα τους οι διώξεις, ο χαφιεδισμός και η δοσιλογοκρατία, με μια λέξι η φανατική αντίδρασις που ακολούθησε τον απαίσιο Δεκέμβριο), 3ον οι αριστεροί, αρκετοί φιλελεύθεροι και απλώς αντιμεταξικοί, που παρέμειναν στα αρχεία ως επικίνδυνοι στο καθεστώς απο τον καιρό του Μανιαδάκη. Ολους αυτούς , εκτός απο ολίγους αμετανοήτους , τους επαναφέρει στην Εθνική οικογένεια η δουλειά που γίνεται στην Μακρόνησο.
Δεν πρόλαβα να μπώ σε λεπτομέρειες της διαφωτίσεως .Είιδα όμως τα αποτελέσματα, Το Γ τάγμα και το Β , 10000 περίπου άνθρωποι, μου έκαναν εντύπωσι, με έπεισαν οτι θα μπορούσαν να ενταχθούν απο σήμερα στον κανονικό στρατό. Το πρώτο φυσικά θέλει επιλογή και διαφώτισι.Χρειάζεται κάποιο διάστημα για ν’αποκτήσουν οι αξιωματικοί την εμπιστοσύνη των νεοφερμένων, κυρίως εκείνων που εφθάσαν στην Μακρόνησο για τα ζητήματα της κατοχής.Διότι είναι φυσική η πικρία τους, όταν τους απέσπασαν απο τους συνηλικιώτες τους για να τους πάνε στο ξερονήσι.Μου έκανε αρίστη εντύπωσι η τάξις η καθαριότης η οικειότης των αξιωματικών με τους στρατιώτες , το κέφι και η ζωηρότης των στρατιωτών.

Στο Γ τάγμα έχει δημιουργηθεί ομαδικόν πνεύμα.Η υπερηφάνεια της μετανοίας. Και είναι έκδηλη και συγκινητική.
Υπάρχει στηνΜακρόνησο και μια άλλη , η ολιγώτερον συμπαθητική κατηγορία .Εκείνοι που θέλουν να μείνουν στη Μακρόνησο για ν’ αποφύγουν την εκστρατεία, χωρίς να ειναι κομμουνιστές. Αυτοί έχουν δημιουργήσει την θεωρία , οτι δεν υπογράφουν δήλωσι, διότι δεν τους το επιτρέπει η αξιοπρέπεια !Μίλησα με μερικούς απο αυτούς και απέκτησα την πεποίθησι οτι πάντως προτιμούν την Μακρόνησο απο την κακουχία και τον κίνδυνο.
Θα ήταν ευχής έργον να μην υπήρχε Μακρόνησος.Να ζούσαμε ακόμη στην εποχή οπου μπορούσαμε να πιστεύουμε τους ομοίους μας, χωρίς κομμουνιστικές συνομωσίες χωρίς προδοσίες και δολοφονίες , χωρις χαφιεδισμούς και χωρίς πατριδοκαπηλεία
Το κράτος όμως κάνει πόλεμο για την ύπαρξι και για την ακεραιότητα της Ελλάδος και δεν μπορεί να δεχθή ανεξέλγκτα, στο στρατό που πολεμά, ούτε προδότες, ούτε μέλλοντες αυτόμολους , ούτε πεμπτοφαλαγγίτες

Είδα σε άλλους στρατούς παρόμοιους οργανισμούς και βεβαιώ οτι η Μακρόνησος είναι πολύ πιο πολιτισμένη, πολύ πιο ήρεμη απο παρόμοια στρατόπεδα των δυτικών λαών .
Και δεν έχει καμμιά ασφαλώς σχέσι με τα ορυχεία άλατος της Σιβηρίας.
Αξίζει γι’ αυτό έπαινος στους υπευθύνους της Μακρονήσου και για τον πολιτισμένο τρόπο που εκτελούν το άχαρο έργο, αλλά και γιατί πέρα από κάθε θεωρητική αμφισβήτησι το πρακτικό αποτέλεσμα είναι ότι αποδίδεται στη χώρα σε σύντομο σχετικώς διάστημα το μεγαλύτερο ποσοστό των υπόπτων»
Όμως για να αντιληφθούμε τους λόγους δημιουργίας της Μακρονήσου και να βρεθούμε στις τραγικές συνθήκες εκείνης της εποχής απο την σκοπιά του ελευθέρου κράτους που μάχεται κατά των «μπαρουτοκαπνισμένων» συμμοριτών του ΚΚΕ /ΕΛΑΣ / ΔΣΕ και των σλάβων συμμάχων τους, για να κρατήση την Ελλάδα ελευθέρα, παραθέτω σχετική ανακοίνωσι του Υπουργείου Στρατιωτικών. Η ανακοίνωσις του Υπουργείου Στρατιωτικών αιτιολογεί την ύπαρξι της Μονάδος της Μακρονήσου και αναφέρεται στις αιτιάσεις διαφόρων οτι, εν γένει αποστέλλονται στην Μακρόνησο αδίκως στρατευμένοι.Έχει δε ως εξής:
«Ουδείς αξιωματικός αποστέλλεται να υπηρετήση εις την Μονάδα της  Μακρονήσου, εξασφαλιζουσα το ακίνδυνο του αγώνος ον διεξάγει το Έθνος δι’ αυτήν την Ύπαρξι του, εάν δεν διακριβωθούν αι εις βάρος του πληροφορίαι περι της παρελθούσης και σημερινής δράσεως του.

Εν τω προκειμένω την 15ην Νοεμβρίου 1947 απεστείλαμε τηλεγραφική διαταγή προς τα μονάδας κατατάξεως , δι ής αναστείλαμε πάσαν κίνησι προς Μακρόνησον, Αξιωματικού όστις ήθελε υποβάλλει παράπονα δι άδικον χαρακτηρισμόν επι τω τέλει όπως εξετασθούν ταύτα λεπτομερώς και αποδοθή το δίκαιον.Κατά την εξέτασιν ουδένα η υπηρεσία ηρώτησεν εις ποίον πολιτικόν κόμμα ανήκει, ακόμη δε και αν υπηρέτησε εις το ΕΛΑΣ, αλλά εζήτησε να μην είναι κομμουνιστής ή κρυπτοκομμουνιστής και να μην συμφωνή με τας αντεθνικάς ενεργείας τούτων.

Δεν δυνάμεθα να συμφωνήσωμεν με το ότι άξιοι της τιμής και εμπιστοσύνης δια τον υπέρ των όλων αγώνα τον οποίον διεξάγει το Εθνος δέον να στρατεύονται ενώ  οι παθητικώς ή ενεργητικώς αντιδρώντες εις τούτον συνηλικιώται των να απαλλάσσονται της στρατεύσεως , ινα μη καταστραφή η επαγγελματική των απασχόλησις , καθ’ ήν στιγμήν πίπτουν μαχόμενοι οι συναδελφοί των και η πατρίς εξοντούνται...Ουδενός εστερήσαμε της τιμής και του δικαιώματος να πολεμήση  δια την πατρίδα, αλλα και είμεθα ανίκανοι να υιοθετήσωμεν ανηθίκους λύσεις απαλλάσσοντες της στρατεύσεως πρόσωπα καθ’ οιονδήποτε τρόπον αντιδρώντα εις τον υπέρ των όλων του Εθνους αγώνα, πολύ δε περισσότερον να θέσωμεν εν κινδύνω τούτον δια της χρησιμοποιήσεως ατόμων, άτινα δεν πιστεύουν εις την ιερότητα και την σοβαρότητα των σημερινών κρισίμων προσπαθειών της Πατρίδος...»

Δηλαδή αν ήτο δυνατόν να μεταφερθούμε στην εποχή εκείνη , θα συνειδητοποιούσαμε ότι η ΕΛΛΑΣ ευρισκομένη σε πόλεμο  με τους στασιαστάς κομμουνιστάς που ήθελαν να μετατρέψουν την Ελλάδα ντε και καλά σε λαική δημοκρατία τύπου Αλβανίας και με παρελθόν τα πρωτοφανούς αγριότητος εγκλήματα κατά τα Δεκεμβριανά (1944) , τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως – εξοντώσεως παντός μη αποδεχομένου την μονοκρατορία του ΕΑΜ στην Ελληνική Υπαιθρο στην Πελοπόννησο, την σφαγή στον Μελιγαλά , και χίλια άλλα άπειρα., είχε να εξετάσει δύο ενδεχόμενα. Ή  να μην στρατεύονται οι κομμουνιστές και να παραμένουν στα χωριά και στις πόλεις. Στις εργασίες τους και στις οικογενείες των, ασφαλείς δολιοφθορείς στα μετόπισθεν ή στρατεύομενοι σε κανονικές μονάδες,  πεμπτο φαλαγγίτες[1], έτοιμοι να στρέψουν τα όπλα τους οχι εναντίον των κομμουνιστών του ΕΑΜ/ΕΛΑς ΕΔΕΣ αλλά κατα των Ελλήνων αξιωματικών[2] και στρατιωτών  του Ελληνικού Στρατού. Ανάμεσα στα δύο αυτά ενδεχόμενα , εξ’ ισου καταστροφικά για την Ελλάδα και τους Ελληνες, επροτάθη η λύσις της δημιουργίας του στρατοπέδου της Μακρονήσου, όπου οι κομμουνιστές στρατεύομενοι όπως όλοι οι Έλληνες , αντί να αποστέλλονται στις ετοιμοπόλεμες  στρατιωτικές μονάδες, περνούσαν απο την Μακρόνησο.Εκεί εγένετο η διύλισις του στρατεύματος.

Αξίζει όμως να διαβάσουμε και την άποψι της εφημερίδος του ‘’Βήματος’’ της 6 Δεκεμβρίου 1947, που απαντά στην προηγουμένη ανακοίινωσι του Υπουργείου Στρατιωτικών.

 «...Ημεις ουδέποτε είπαμεν» γράφει το ‘’ΒΗΜΑ’’ « ότι οι αποδεδειγμένως κομμουνισταί δεν πρέπει να στέλλωνται εις την Μακρόνησον.Είπαμε απλώς ότι δεν πρέπει να στερούνται του δικαιώματος να πολεμήσουν δια την πατρίδα των και δεν πρέπει να στιγματίζονται αξιωματικοί  μη κομμουνισταί , τους οποίους κομματικαί και αστυνομικαί σκευωρίαι θέλουν καλά και σώνει να χαρακτηρίζουν ως κομμουνιστάς ή κρυπτοκομμουνιστάς ...»

Δηλαδή πλήρης αποδοχή της λειτουργίας της μονάδος της Μακρονήσου για τους κομμουνιστάς. Ένστασις για τους μη κομμουνιστάς.

Πέραν αυτών έχουμε δηλώσεις πολιτικών προσωπικοτήτων εγνωσμένης  αξίας, κοινοβουλευτικών αρχών και παιδείας μεγάλου ειδικού βάρους, διεθνώς αναγνωρισμένων.

Ο Π. Κανελλόπουλος[3], ως υπουργός Στρατιωτικών, είπε τα εξής:

«Θεωρώ καθήκον μου να εξάρω την εμπνευσμένη πρωτοβουλία του προκατόχου μου υπουργού κ Στράτου και του τότε Αρχηγού Επιτελείου αντιστρατήγου Κ.Βεντήρη οι οποίοι εις πείσμα όλων των συκοφαντών και αντιδράσεων ωργάνωσαν το υπέροχον αυτό σχολείον εθνικής μετανοίας και αναβαπτίσεως των ασώτων υιών της Ελλάδος , ως και την διοικητικήν και εκπαιδευτικήν ικανότητα του συνταγματάρχου κ.Μπαραικτάρη και των αμέσων βοηθών του.Το έργον της Μακρονήσου αναγνωριζόμενον διεθνώς ως παράδειγμα και πρότυπον άξιον μιμήσεως εις όλας τα ελευθέρας χώρας του κόσμου αποτελεί τίτλον τιμής δι’ όσους οι οποίοι συνεβαλαν και συμβάλλουν εις την πραγματοποίησιν του» ». (Σκαπανεύς Σεπτέμβριος 1949)

Ενώ ο Κ.Τσάτσος[4] Υπουργός παιδείας

«..Το έργο που συνταλείται εκεί, όσον και αν έχει επαινεθή, δεν νομίζομεν οτι έχει κατανοηθή εις όλην του την έκτασιν και δεν νομίζομεν οτι έχει βοηθηθή όσον θα έπρεπε δια να αποδώση ακόμη περισσότερον απο όσα αποδίδει. Χρειάζεται και υλική βοήθεια , χρειάζεται και βοήθεια ηθική, ιδία απο μέρους της πνευματικής ηγεσίας του τόπου.Η Μακρόνησος είναι προ παντός ένα μεγάλο εκπαιδευτήριο και γυρεύει να στηριχθή εις τον ορθόν λόγον.Ζητεί μίαν πνοήν ανθρωπιάς στοργής και φιλίας, τας οποίας καλούνται να δώσουν όσοι ορμεμφύτως τας αισθάνονται δια τα παραστρατημένα παιδιά της Ελλάδος. (Σκαπανεύς Οκτώβριος 1949) »

Σήμερα όμως αυτή η θεώρησις που είναι και η αληθινή αποσιωπάται. Αλλά και ως άποψις ακόμη αν υποθέσομεν την ύπαρξι της, αυτή απορρίπτεται ως ‘’μη δημοκρατική’’ η ως «αντιδραστική» και «πολιτικά εσφαλμένη» «άκρως επικίνδυνη για την σωστή σκέψη. Ετσι στην Ελλάδα σήμερα μιά άποψι επιτρέπεται να υπάρχει για την Μακρόνησο. Ας την διαβάσουμε στο πάντοτε τόσο δημοκρατικό «Βήμα» της 17/8/2003 με τίτλο «Ολοι συμπλέουν στη Μακρόνησο»

Γράφει λοιπόν η καλή αυτή εφημερίς στις 17 Αυγούστου 2003....



[1] Ο όρος τέθηκε σε χρήση για πρώτη φορά κατά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο (1937-1939) όταν στηπολιορκία της Μαδρίτης εκτός από τις τέσσερις φάλαγγες του στρατού που έκαναν την επίθεση κατά της πόλης, υπήρχε και εντός αυτής σημαντική μερίδα πληθυσμού υπέρ των πολιορκητών η οποία και υπέσκαπτε τη θέση των υπερασπιστών

[2] Αντιγραφω απο το βιβλιο του Θεοδωρου Μιχ. Λυμπεριου ‘’Το Κομμουνιστικο Κίνημα στην Ελλαδα’’,τομος Β’ σελις 285 « ..Στις 5 Ιουλιου του ’46 τα ξημερωματα , ο διοικητης ενος λοχου προκαλυψεως στην Ποντοκερασια ενα χωριο 20 χιλιομετρα απο το Κιλκις στα γιουγκοσλαβικα συνορα, ο λοχαγος Στεφανου, ξυπνησε απο ενα εκκωφαντικο θορυβο . Καταπληκτος ο Στεφανου , ο οποιος μολις ειχε παραλαβει τον λοχο την προηγουμενη ημερα, αντικρυσε δεκαδες Ποντοκερασιωτες να οδευουν προς τον κατακλυσμο του λοχου με τα γυναικοπαιδα μπροστα τους, δημιουργώντας πανδαιμονιο με χτυπηματα σε τενεκεδες που κρατουσαν.Σε λιγο αρχισαν και να λιθοβολουν τον καταυλισμο .Αμηχανος ο λοχαγος σκεπτοταν πως ν’αντιμεωπιση αυτη την ‘’επιθεση του λαου’’ οταν απο την αλλη πλευρα του καταυλισμου ακουστηκα πυκνα πυρα..Ομαδα ανταρτων , σε πληρη συντονισμο με τους κατοικους επιτιθετο εναντιον του λοχου.Ηταν η πρωτη φορα που οι ανατρτες επχειρουσαν επιθεσι εναντιον μοναδος του τακτικου στρατου.Ψυχραιμος τωρα ο λοχαγος Στεφανου καλει τον επιλοχευοντα ονοματι Σκαντζελη και τον διατασσει να ενεργηση αντεπιθεσι εναντιον των ανταρτων.Ηδιαταγή του δεν εκτελειται , διοτι απλουστατα ο Σκαντζελης εχει προσηλυτιστει απο τους ανταρτες.. Μαζι με αλλους 40 μυημενους οπλιτες ανοιγει πυρ εναντιον του λοχαγου του και ο Στεφανου τραυματιζεται . Μαζι με 10 μονο πιστους φανταρους καταφερνει και διασπα τον κλοιο και καταφευγει στο Κιλκις , αφηνοντας πισω του 7 νεκρους.Αλλοι 40 οπλιτες μαζι μ’ενα ανθυπιατρο προσχωρουν εκουσια ή ακουσια στους ανταρτεςκαι παιρνουν τα βουνα.Η αντιδρασι των στρατιωτικων μοναδων και της χωροφυλακης του Κιλκις υπηρξε κεραυνοβολος .Αποσπασματα βγηκαν στα βουνα και μετα απο απηνη καταδιωξι συνελαβαν τον επιλοχια Σκαντζελη και 15 στρατιωτες , καθως και μερικους κατοικους της Ποντοκερασιας μ’επικεφαλης τον δασκαλο του χωριου που ειχε οργανωσει τον εκ των ενδον αντιπερισπασμο.Στις 16 Αυγουστου , υστερα απο αποφαση του εκτακτου σταρτοδικειου Κιλκις , ο Σκατζελης , ο δασκαλος , 5 στρατιωτες και 5 χωρικοι εκτελεσθησαν.»

[3] Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος (Πάτρα13 Δεκεμβρίου 1902 – Αθήνα11 Σεπτεμβρίου 1986) υπήρξε Έλληνας φιλόσοφοςπολιτικός και ακαδημαϊκός. Ανέλαβε για δύο σύντομες θητείες την προεδρία ελληνικών κυβερνήσεων το 1945 και το 1967. Η παρουσία του στη νεοελληνική γραμματεία και φιλοσοφία και η ταυτόχρονη ενασχόλησή του με την πολιτική τον ανέδειξε ως ιδιαίτερο φαινόμενο του σύγχρονου ελληνικού πολιτικού βίου ενώ η μετριοπάθεια, η αυτοκριτική του διάθεση και το ήθος του συνέτειναν, ειδικότερα μετά τη Μεταπολίτευση, στην απόδοση του τίτλου του "Νέστορα" της ελληνικής πολιτικής. Το 1935, μετά το στρατιωτικό κίνημα του στρατηγού Κονδύλη, δημοσίευσε σειρά άρθρων υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας στην εφημερίδα "Ακρόπολις" ενώ μετά την έλευση του Γεωργίου Β΄απομακρύνθηκε από την πανεπιστημιακή του έδρα και το Ι.Κ.Α. κατόπιν της άρνησής του να ορκιστεί πίστη στο βασιλιά.. Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, απηύθυνε υπόμνημα διαμαρτυρίας στον Γεώργιο Β' και στις 7 Φεβρουαρίου 1937 συνελήφθη και εκτοπίστηκε στην Κύθνο και έπειτα στη Θάσοκαι την Κάρυστο. Η κήρυξη του ελληνο-ιταλικού πολέμου τον βρήκε εξόριστο και ζήτησε άμεσα να στρατευθεί. Έτσι το Νοέμβριο εντάχθηκε ως οπλίτης στη 13η Μεραρχία Αρχιπελάγους στην πρώτη γραμμή (Πόγραδετς - Κορυτσά).

Μετά τη συνθηκολόγηση επέστρεψε στην Αθήνα και την περίοδο της ναζιστικής κατοχής ίδρυσε την αντιστασιακή ομάδα "Στρατιά των σκλαβωμένων νικητών", η οποία μετεξελίχθηκε στην Π.Ε.Α.Ν. (Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων). Το Φεβρουάριο του 1942 οι κατοχικές αρχές αντιλήφθηκαν τη δράση του και προσπάθησαν να τον συλλάβουν ενώ καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από ιταλικό στρατοδικείο. Στις 31 Μαρτίου διέφυγε, μυστικά, μαζί με τη σύζυγό του Θεανώ Πουλικάκου στην Ερυθραία της Μικράς Ασίαςαπό όπου μετέβη στην έδρα της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, στο Κάιρο. Εκεί διορίστηκε Αντιπρόεδρος και Υπουργός Εθνικής Αμύνης της Κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερού. Το Μάρτιο του 1943 εκδηλώθηκε κίνημα στις τάξεις των Ελληνικών Ταξιαρχιών της Βηρυτού και ο Κανελλόπουλος προσπάθησε να αποκαταστήσει την τάξη με συναινετικούς χειρισμούς χωρίς να διστάσει να έρθει σε προστριβή ακόμα και με το βασιλιά. Στις 21 Ιανουαρίου 1943 ενθάρρυνε τους Έλληνες σε ραδιοφωνικό του μήνυμα, που μεταδόθηκε από το BBC, δηλώνοντας ότι η εξόριστη κυβέρνηση θα παραιτηθεί αμέσως μόλις ελευθερωθεί η Ελλάδα, για να σχηματιστεί μια κυβέρνηση από όλες τις πολιτικές δυνάμεις και τις αντιστασιακές οργανώσεις, για να αρχίσει το έργο της ανοικοδόμησης. Σχετικά με τις αντιδράσεις του βασιλιά για το μήνυμα ο Κανελλόπουλος υποστήριξε ότι η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει το έργο της μέχρι την απλελευθέρωση αγνοώντας τις επιθυμίες του ανώτατου άρχοντα.Από τις 17 έως τις 20 Μαΐου 1944 έλαβε χώρα το Συνέδριο του Λιβάνου, στο οποίο συμμετείχε ο Κανελλόπουλος, με βασικούς σκοπούς το σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, τον αφοπλισμό και την ενοποίηση των αντιστασιακών δυνάμεων. Στις 2 Ιουνίου ορκίστηκε το δεύτερο κλιμάκιο υπουργών της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, που συμπεριλάμβανε τους Π. Κανελλόπουλο, Κ. Τσάτσο, Γ. Καρτάλη και Ι. Θεοτόκη. Στην Κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του Υπουργού Οικονομικών και Ανασυγκροτήσεως ενώ στις 19 Ιουλίου του ανατέθηκε προσωρινά η Διεύθυνση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας ως προς το οικονομικό ζήτημα. Στις 2 Σεπτεμβρίου ανέλαβε Υπουργός Ναυτικών και στις 27 του ίδιου μήνα μετέβη ως πληρεξούσιος της Κυβέρνησης στην Καλαμάτα, την Τρίπολη και την Πάτρα με στόχο την κατάπαυση των εμφύλιων συγκρούσεων. Στις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 συνεργάστηκε με τους Σοφοκλή Βενιζέλο και Γεώργιο Παπανδρέου συγκροτώντας την Εθνικήν Πολιτικήν Ένωσιν, η οποία έλαβε ποσοστό 19,3% και κατέλαβε τη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Συμμετείχε στην Κυβέρνηση του Παναγιώτη Πουλίτσα (4 Απριλίου –18 Απριλίου 1946) ως Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και στην Κυβέρνηση συνασπισμού του Δημητρίου Μαξίμου (24 Ιανουαρίου – 29 Αυγούστου 1947) ως Υπουργός Ναυτικών και προσωρινά Δημοσίας Τάξεως. Στις 20 Ιανουαρίου 1949 ορκίστηκε Υπουργός των Στρατιωτικών στην τρίτη κατά σειρά Κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη, θέση την οποία διατήρησε στον επόμενο ανασχηματισμό αλλά και μετά το θάνατο του Σοφούλη και την ανάληψη της προεδρίας της Κυβέρνησης από τον Αλέξανδρο Διομήδη.

[4] Επιφανής πολιτικός, φιλόσοφος, πανεπιστημιακός, ακαδημαϊκός και πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και συμμετείχε στην ελληνική αντιπροσωπεία που το 1920 υπέγραψε τη Συνθήκη των Σεβρών. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή συνέχισε τις σπουδές του στη Χαϊδελβέργη. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει τις σπουδές του, νυμφεύθηκε την Ιωάννα Σεφεριάδη και το 1932 εκλέχθηκε έκτακτος καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών. Υποστηρικτής των φιλελεύθερων ιδεών, διώχθηκε από τη δικτατορία του Μεταξά, εκτοπίστηκε και, παρά τις εκκλήσεις του, δεν του επιτράπηκε να πολεμήσει στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Επανήλθε στο Πανεπιστήμιο, για να απολυθεί όταν, στις 27 Οκτωβρίου 1941, πρώτη επέτειο της ιταλικής επίθεσης, επικέντρωσε τη διδασκαλία του στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.Το 1944 διέφυγε στη Μέση Ανατολή για να υπηρετήσει ως σύμβουλος της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης.

Μετά την απελευθέρωση επανήλθε στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα και το 1945 ανέλαβε το υπουργείο Προνοίας και Εσωτερικών. Παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο και πολιτεύθηκε με το Κόμμα Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1946. Μεταξύ 1949 - 1951 χρημάτισε, διαδοχικά, υπουργός Παιδείας και υφυπουργός Συντονισμού. Το 1956 προσχώρησε στη νεοϊδρυθείσα ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή, του οποίου αναδείχτηκε στενότατος συνεργάτης ως το τέλος της ζωής του. Υπηρέτησε ως υπουργός Προεδρίας και Κοινωνικής Πρόνοιας. Το 1961, όταν δεν ασκούσε υπουργικά καθήκοντα, εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Μετά την αποχώρηση του Κ. Καραμανλή παρέμεινε ως ηγετικό στέλεχος της ΕΡΕ και ανέλαβε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Π. Κανελλόπουλου το 1967, ενώ κατά τη δικτατορία των συνταγματαρχών ασχολήθηκε με το συγγραφικό του έργο. Το 1974 υπηρέτησε ως υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Το επόμενο έτος, ως βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας, προήδρευσε της επιτροπής που κατάρτισε το Σύνταγμα του 1975. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους, εξελέγη πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η παρουσία του στο ανώτατο αξίωμα συνέβαλε στην εμπέδωση των νέων θεσμών και του δημοκρατικού πολιτεύματος. Τον διαδέχτηκε το Μάιο του 1980 ο Κ. Καραμανλής.

Ο Κ. Τσάτσος δημοσίευσε πλήθος επιστημονικών μελετών, καθώς και λογοτεχνικών έργων που τον ανέδειξαν ως μια από τις κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της χώρας στη διάρκεια του 20ου αιώνα



«... Με πρωτοβουλία του Μίκη Θεοδωράκη διοργανώνονται εκδηλώσεις στις οποίες θα συμμετάσχουν και τα δύο μεγάλα κόμματα. Από τον ξερότοπο της Μακρονήσου φαίνεται ότι θα ξεκινήσει εφέτος η πολιτική δραστηριότητα των κομμάτων μετά την πρωτοβουλία του M. Θεοδωράκη να διοργανώσει σε συνεργασία με τον υπουργό Αιγαίου N. Σηφουνάκη δύο συναυλίες με τα έργα «Επιτάφιος», «Ρωμιοσύνη» και «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» ....που θα πραγματοποιηθούν στις 29 και 30 Αυγούστου με την υποστήριξη του υπουργείου Αιγαίου και θα τις παρακολουθήσουν περίπου 1.000 άτομα από τα σπλάχνα της Αριστεράς που έζησαν οι ίδιοι ή οι οικογένειές τους τα βασανιστήρια του παρακράτους. ...Οι εκδηλώσεις αυτές όμως φαίνεται ότι θα εξελιχθούν και σε μια ευκαιρία επαναπροσέγγισης των δύο μεγαλύτερων κομμάτων με την Αριστερά, αφού τόσο το ΠαΣοΚ όσο και η ΝΔ μελετούν τον τρόπο με τον οποίο θα αποτίσουν φόρο τιμής στους αγωνιστές που χάθηκαν ή βασανίστηκαν επί χρόνια στο ιστορικό νησί. ...»

Ενώ μετά τη «σεμνή τελετή στο ιστορικό» νησί η ίδια εφημερίς στο φύλλο της 30 Αυγούστου 2003" με τίτλο ‘’Οι μνήμες «ζωντάνεψαν» στη Μακρόνησο‘’ γράφει

* Παρουσία χιλιάδων ανθρώπων οι συναυλίες στο νησί του μαρτυρίου. Τι είπαν εκείνοι που επέστρεψαν στον χώρο όπου βασανίστηκαν

Πέτρες. Αγριόχορτα παντού και ερπετά. Αγρια, απόκρημνα βράχια στη θάλασσα. Ερείπια εδώ κι εκεί για να θυμίζουν μνήμες της Ελλάδας του '45, του '50 και του '55. Εκεί επέστρεψε ο Μίκης Θεοδωράκης για να πραγματοποιήσει ένα όνειρο ζωής, τρεις συναυλίες στον άλλοτε τόπο εξορίας και μαρτυρίου.

Χιλιάδες άνθρωποι απ' όλη την Ελλάδα αψήφησαν την ταλαιπωρία και τη ζέστη και έφθασαν συγκλονισμένοι στη Μακρονησοτην Παρασκευή. Οι περισσότεροι έζησαν κρατούμενοι επί χρόνια στο ξερονήσι. Παιδιά και εγγόνια κρατουμένων έκαναν επίσης το ταξίδι.... Ο υπουργός Αιγαίου κ. Νίκος Σηφουνάκης, ο οποίος είχε την πρωτοβουλία της εκδήλωσης και υποστήριξε τις συναυλίες, συγκινείται που βλέπει μια καλλιτεχνική πρωτοβουλία να εξελίσσεται σε πολιτικό γεγονός. ‘’Δείχνει πόσο η μνήμη του κόσμου παραμένει ζωντανή.Χωρίς να υπάρχει καμία σκοπιμότητα, ο κόσμος επιθυμεί με την παρέλευση δεκαετιών να κρατήσει τις τραγικές εμπειρίες στη μνήμη του’’ λέει.»

Εδώ διερωτώμεθα πόσο ηλιθίους είναι δυνατόν να μας θεωρούν ενίοτε οι πολιτικοί μας. Ταυτίζει ο κος Σηφουνάκης την μνήμη του κόσμου με την προσέλευσι μερικών εκατοντάαδωνν( αν ησαν εκατοντάδες) κομμουνιστών. «Συγκινείιται» που μια καλιτεχνική πρωτοβουλίια εξελίσσεται σε πολιτικό γεγονός. Ενώ ακριβώς περι του αντιθέτου πρόκειται. Ένα προκατασκευασμένο, πολυδιαφημισμένο απο τα στρατευμένα Μέσα Ενημερώσεως, πολιτικό θέατρο βαπτίζεται καλλιτεχνική πρωτοβουλία.Και σ’ενα «ξέσπασμα ειλικρινείας» η δήλωσι του ευκολοσυγκίνητου κου Σηφουνάκη, «..χωρίς να υπάρχει καμιά σκοπιμότητα ο κόσμος επιθυμεί να κρατήση τις τραγικές εμπειρίες ..» μας αφήνει άφωνους.

Αλλά ας επανέλθουμε στο άρθρο της «φιλαλήθους» αυτής εφημερίδος.

«...Ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου βρίσκεται από τους πρώτους στο κοινό και η παρουσία του προκαλεί αίσθηση. Διάβασε στον Τύπο για την εκδήλωση μνήμης και δήλωσε αμέσως ενδιαφέρον να παραστεί. Θεωρεί ότι πρόκειται για μια εξαιρετική πρωτοβουλία που βρήκε απροσδόκητη ανταπόκριση. ..

Απροσδόκητη η παρουσία στη Μακρόνησο του 22χρονου κ. Κώστα Μπακογιάννη που σιγοτραγουδά ευλαβικά τα τραγούδια του Μίκη. «Θέλω να λέω κάποτε στα παιδιά μου ότι επισκέφθηκα τη Μακρονησο για ν' ακούσω Θεοδωράκη και Ρίτσο» λέει και εξομολογείται ότι η μητέρα του κυρία Ντόρα Μπακογιάννη συμφώνησε με την επίσκεψή του στον τόπο εξορίας.....

Στο ερειπωμένο κρατητήριο όπου έχει στηθεί η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» ανεβαίνει ένας ηλικιωμένος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Οργάνωσης Αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης.. Διαβάζει στο ημίφως. «Ηρθαμε να επισκεφθούμε αυτόν τον τόπο και να προσκυνήσουμε και να τιμήσουμε όλους εκείνους τους ανθρώπους που πλήρωσαν ακριβά το κόστος αυτής της παρανοϊκής, φασιστικής και αυταρχικής εξουσίας. Είναι προσκύνημα τιμής σε όλους αυτούς που υπέφεραν για να υπερασπίσουν τα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας, εδώ που φτερουγίζουν οι ψυχές που άφησαν την τελευταία πνοή τους» διαβάζει ο κ. Γ. Αναλυτής. ..»

Εδώ η διαστρέβλωσις της ιστορίας είναι εμετική. Ο καλός αυτός Κουκουές που πιθανώς να παραθέριζε στην Μακρόνησο την εποχή εκείνη αποκαλεί παρανοική και φασιστική την κυβέρνησι που για τους πολύ συγκεκριμένους λόγους δημιούργησε το στρατόπεδο της Μακρονήσου.

Αναφορά γίνεται και στα κείμενα που προανέφερα των Π.Κανελοπούλου και Κ,Τσάτσου με τον απαξιωτικό τίτλο «οι τιμητές της συμφοράς»

Λίγα χρόνια αργότερα και πάλι έχουμε αναμνηστική «ένεσι» σχετικώς προς το θέμα μας. Ετσι στο εξ ίσου ‘’δημοκρατικο» Έθνος της 3/2/2007 με τίτλο «Μακρόνησος και Γυάρος ειναι μνημεία» διαβάζουμε:

«..Πρωτοβουλία για την προστασία, φύλαξη και ανάδειξη των ‘’χώρων εξορίας και φυλάκισης για πολιτικούς λόγους στη χώρα μας’’ όπως η Μακρόνησος και η Γυάρος, ανέλαβαν περί τους 200 βουλευτές όλων των πτερύγων της Βουλής.

Σύμφωνα με τους βουλευτές «η Μακρόνησος και η Γυάρος, δυο άγονα και ακατοίκητα νησιά χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια του εμφυλίου και των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, σαν τόποι εξορίας, φυλάκισης, βασανιστηρίων. Εδώ δεινοπάθησαν περισσότεροι από 100.000 αγωνιστές της Αλβανίας, της Αντίστασης, πολιτικοί, κοινωνικοί και πνευματικοί παράγοντες, στρατιώτες και απλοί πολίτες κομμουνιστές και αριστεροί στη μεγάλη τους πλειοψηφία. Στη διάρκεια της δικτατορίας πάνω από 10.000 αγωνιστές εκτοπίσθηκαν και υπέφεραν στη Γυάρο...»

Η τοποθέτησι είναι κατηγορηματική και σαφής. Απο τους καθ’ έδρας «ιστορικούς και εκπαιδευτικούς» των Μέσων Παραχαράξεως της Ιστορίας και της Αλήθειας, των Μέσων Ενημερώσεως Αριστερών Απόψεων, δηλώνεται άνευ αμφισβητήσεως - όχι ως άποψις -αλλά ως ιστορικό δεδομένο και γεγονός, οτι πρόκειται «περι τόπων εξορίας και βασανιστηρίων, που το παρακράτος» (δηλαδη το νόμιμο κράτος τότε) επέβαλε.

Υπάρχουν αμέτρητα κείμενα, όπως αυτά που μεταφέραμε και που λίγο η πολύ επαναλαμβάνουν διαχρονικώς τα ψεύδη της κομμουνιστικής αριστεράς για τη Μακρόνησο αλλά και για κάθε κομμουνιστική άποψι.. Οι πολιτικοί όλων των παρατάξεων είναι πρόθυμοι συνοδοιπόροι προκειμένου να δείξουν τα «δημοκρατικά» τους πιστεύω και να εγκωμιασθούν απο τον συστρατευμένο τύπο. Μέχρι και τα παιδιά των επιστρατεύουν δυστυχώς.

Το αποτέλεσμα, είναι έτσι τα ΜΜE να «γράφουν» ιστορία. Με την επανάληψι και την διαβεβαίωσι χωρίς απόδειξι. Κυρίως δε άνευ αντιλόγου.

Άφησα τελευταία, για αυτό το θέμα την άποψι του Τάκη Λαζαρίδη, ο οποίος τοποθετείται κρίνει την «συμφιλιωτική» συμπεριφορά του Μίκη Θεοδωράκη μέσω επιστολής που απευθύνει στον «εθνικό»μας μουσικοσυνθέτη και για την οποία τα γραμμοφωνικά Μέσα Ενημερώσεως Αριστερών Απόψεων, ή Χουντα των Καναλαρχών, δεν βρήκαν χώρο για να την παρουσιασουν..

Γράφει λοιπόν ο κος Λαζαρίδης με γεναιοτητα και παρρησία που γεννά σεβασμό και ηθικη αναγνωρισι για το μεγαλείο του Ανδρός..Που εχη το μεγα θαρρος να βλεπη την παραγματικοτητα και να την ομολογει...

« Συλλυπητήρια για τη φιέστα στη Μακρονησο

«Αγαπητέ Μίκη,

Προς αποφυγήν τυχόν παρεξηγήσεων, είμαι υποχρεωμένος ευθύς εξαρχής να δηλώσω την ταυτότητά μου.

Είμαι παλιός συναγωνιστής σου στους αγώνες για «λαϊκή δημοκρατία», «ειρήνη» και «σοσιαλισμό». Καταδικασμένος σε θάνατο μαζί με τον Μπελογιάννη και εν συνεχεία τρόφιμος, επί δεκαπενταετία, των εγκληματικών φυλακών της χώρας. Ο πατέρας μου, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Γραμματέας του Εργατικού ΕΑΜ στην Κατοχή, καταδικάστηκε για την αντιστασιακή του δράση σε θάνατο από γερμανικό στρατοδικείο και εκτελέστηκε το Μάη του '43. Και η μητέρα μου καταδικάστηκε για την αντιστασιακή της δράση σε ισόβια δεσμά από βουλγαρικό στρατοδικείο και στη διάρκεια του Εμφυλίου πέρασε και αυτή από τη Μακρονησο
Στη φυλακή, Μίκη, είχα το χρόνο να διαβάσω αρκετά, να σκεφτώ πολλά και να καταλάβω περισσότερα. Και μετά τη φυλακή, διαπιστώνοντας τη σκληρή πραγματικότητα στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», βλέποντας τις αλλεπάλληλες λαϊκές εξεγέρσεις στις χώρες αυτές και τις ισάριθμες επεμβάσεις των σοβιετικών τανκς στους δρόμους της Βουδαπέστης, του Βερολίνου και της Πράγας, κατάλαβα τη φοβερή αλήθεια.

Ενώ νομίζαμε ότι πολεμούσαμε για τα ανώτερα ιδανικά της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας» και του «σοσιαλισμού», στην πραγματικότητα πολεμούσαμε και θυσιαζόμασταν για την επιβολή της στυγνής δικτατορίας των Ζαχαριάδη - Ιωαννίδη, για τη μετατροπή της πατρίδας μας σε σοβιετικό προτεκτοράτο. Δεν μπορώ λοιπόν, Μίκη, να σε συγχαρώ για τη φιέσταστη Μακρονησο. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σου απευθύνω ειλικρινή συλλυπητήρια. Γιατί ενώ η πατρίδα μας έχει ζωτική ανάγκη από εθνική ενότητα και ομοψυχία, εσύ και όσοι συνεργάστηκαν μαζί σου, επιμένετε να ξύνετε πληγές, επιμένετε να βρικολακιάζετε ένα παρελθόν για το οποίο μόνο ντροπή μπορούμε να νιώθουμε. Πασχίζετε, για λόγους ευτελούς κομματικής σκοπιμότητας, να διαιωνίσετε ανύπαρκτες, πλέον, «διαχωριστικές γραμμές».

Είναι, πράγματι, πρωτοφανείς οι αγριότητες που διέπραξαν οι αντίπαλοί μας στη Μακρονησο. Ομως οι αγριότητες, Μίκη, είναι νόμος του Εμφυλίου. Και σε αγριότητες δεν υστερήσαμε κι εμείς. Ας θυμηθούμε την Ελένη Γκατζογιάννη και τις άλλες μαρτυρικές μανάδες της Ηπείρου. Ας θυμηθούμε τον Χρήστο Λαδά. Κι ας μην ξεχνάμε τις βιαίως στρατολογημένες ανήλικες χωριατοπούλες που με το ζόρι βάζαμε να πολεμήσουν, με το ζόρι να σκοτώσουν και να σκοτωθούν!

Το πραγματικό ερώτημα λοιπόν δεν είναι ποιος ευθύνεται για τις αγριότητες του Εμφυλίου αλλά ποιος ευθύνεται για τον ίδιο τον Εμφύλιο και συνεπώς και για τις αγριότητές του. Και οι μεγάλοι ένοχοι, Μίκη, είμαστε εμείς. Αυτή είναι η οριστική και τελεσίδικη κρίση της Ιστορίας. Και την κρίση αυτή έρχεται να επικυρώσει με τον πιο έγκυρο και αδιαμφισβήτητο τρόπο ο ίδιος ο «μεγάλος αρχηγός», ο Νίκος Ζαχαριάδης.

Στο «Χρονικό» του, που άρχισε να γράφει την Πρωτομαγιά του 1966 (βλ. «ΤΟ ΒΗΜΑ» 17-8-2003), χαρακτηρίζει «κάλπικη» την άποψη ότι το ελληνικό αριστερό κίνημα παρασύρθηκε στον ένοπλο αγώνα από τους Αγγλους. Και απερίφραστα δηλώνει: «Στην πραγματικότητα, οι Αγγλοι θέλαν να μας παρασύρουν στις δικές τους εκλογές [αναφερεται στις εκλογες της 31ης Μαρτιου 1946 στις οποιες απειχαν οι κομμουνιστες] για να επικυρώσουν έτσι κοινοβουλευτικά, «λαϊκά», το καθεστώς που επέβαλαν με την ένοπλη επέμβασή τους και με τη Βάρκιζα».

Δεν μας έσπρωξαν λοιπόν οι Αγγλοι στον Εμφύλιο, Μίκη. Μόνοι μας μπήκαμε στο σφαγείο! «Για να σώσουμε την τιμή του ΚΚΕ», καμαρώνει ο Ζαχαριάδης!

Κάποια στιγμή, Μίκη, αντί να θρηνούμε για τις αγριότητες του Εμφυλίου και να επιδιώκουμε «ρεβάνς», αντί να παριστάνουμε τους κήνσορες και τους τιμητές, θα πρέπει να κρύψουμε το πρόσωπο από ντροπή και να κλάψουμε πικρά για το αδικοχυμένο αίμα των δικών μας αλλά και των αδελφών μας της άλλης πλευράς.

Κι όμως, θα μπορούσες, Μίκη, να οργανώσεις μια πραγματικά εθνική γιορτήστη Μακρονησο. Μια γιορτή εθνικής συναδέλφωσης και συμφιλίωσης. Οπου θα καλούσες να παραστούν όλοι. Και οι δικοί μας αλλά και οι «άλλοι».

Οι συγγενείς της Ελένης Γκατζογιάννη και του Χρήστου Λαδά. Τα αδέλφια και τα παιδιά όχι μόνο των δικών μας μαχητών αλλά και των χιλιάδων ανδρών και αξιωματικών του ελληνικού στρατού που έπεσαν στο Γράμμο και στο Βίτσι για να παραμείνει η χώρα μας ελεύθερη και δημοκρατική. Σ' αυτή τη γιορτή, Μίκη, θα τραγουδούσαμε και θα κλαίγαμε μαζί, θα ταξιδεύαμε σε έναν κόσμο αγάπης και αδελφοσύνης με τα φτερά της υπέροχης μουσικής σου. Κι όρκο βαρύ θα παίρναμε ότι ποτέ πια δεν θα σηκώναμε όπλα εναντίον αλλήλων.

Σ' αυτή τη γιορτή, Μίκη, θα μπορούσες να υψωθείς σε εθνική μορφή, σε πανελλήνιο σύμβολο ενότητας και συμφιλίωσης. Δεν το έπραξες. Προτίμησες να περιχαρακωθείς στο ιδεολογικό και πολιτικό γκέτο της χρεοκοπημένης και ανυπόληπτης Αριστεράς, αυτής που τόσες συμφορές προκάλεσε στον τόπο με την ανεύθυνη και τυχοδιωκτική πολιτική της. Δεν είναι κρίμα, Μίκη;

Με βαθύτατη απογοήτευση

Τάκης Λαζαρίδης»


Ιασων


Δεν υπάρχουν σχόλια: